θερμοϋγρογράφος

θερμοϋγρογράφος
Αυτογραφικό όργανο που έχει τη δυνατότητα να καταγράφει ταυτόχρονα τη θερμοκρασία και τη σχετική υγρασία του αέρα, από τις ενδείξεις του οποίου μπορούν να υπολογιστούν οι ωριαίες τιμές της απόλυτης υγρασίας. Η σχετική υγρασία είναι ίση με το πηλίκον της τάσης των υδρατμών στην ατμόσφαιρα προς τη μέγιστη τάση των υδρατμών που αντιστοιχεί στη δοσμένη θερμοκρασία. Αν υπολογιστούν επομένως από το όργανο οι ωριαίες τιμές της θερμοκρασίας, αν στη συνέχεια βρεθούν από τους ψυχρομετρικούς πίνακες οι μέγιστες τάσεις των υδρατμών που αντιστοιχούν σε αυτές τις θερμοκρασίες και αν, τέλος, οι τιμές αυτές πολλαπλασιαστούν με τις ωριαίες τιμές της σχετικής υγρασίας, που υπολογίζονται πάλι από το όργανο, τότε βρίσκονται οι ωριαίες τιμές της απόλυτης υγρασίας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • θερμ(ο)- — α συνθετικό λέξεων τής Αρχαίας, Μεσαιωνικής και Νέας Ελληνικής, το οποίο προσδίδει στο β συνθετικό τη σημ. «θερμός, ζεστός». Το θερμ(ο) χρησίμευσε και ως α συνθετικό πολλών επιστημονικών όρων τών νεώτερων ευρωπαϊκών γλωσσών (πρβλ. θερμογράφος,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”